Translate

Πέμπτη 2 Απριλίου 2015

Μεσόγειος, η πλαστική θάλασσα



Μεγάλες ποσότητες από κάθε είδους μικρά και μεγάλα πλαστικά απόβλητα, από μπουκάλια και σακούλες έως αόρατα στο μάτι μικροπλαστικά, συσσωρεύονται στην Μεσόγειο θάλασσα, τόσο στην επιφάνεια, όσο και κάτω από αυτήν, σύμφωνα με μια νέα ισπανική επιστημονική έρευνα.

Τα ευρήματα
Οι δειγματοληπτικές έρευνες ανακάλυψαν ένα τουλάχιστον πεταμένο πλαστικό αντικείμενο κάθε τέσσερα τετραγωνικά μέτρα επιφάνειας νερού. Η συνολική ποσότητα πλαστικών αντικειμένων μόνο στην επιφάνεια της Μεσογείου εκτιμάται γύρω στους 1.000 τόνους (από 756 το λιγότερο έως 2.969 τόνους το πολύ). 

Ερευνητές, με επικεφαλής τον Αντρέ Κοθάρ του Πανεπιστημίου του Κάδιθ στην Ισπανία ανέφεραν ότι η Μεσόγειος έχει εξελιχθεί πλέον σε ζώνη μεγάλης συσσώρευσης πλαστικών. Με δεδομένο, όπως επισημαίνουν, ότι η Μεσόγειος έχει μεγάλη βιοποικιλότητα και οικονομική σημασία για τις παράκτιες χώρες, η ρύπανση με όλα αυτά τα πλαστικά αποτελεί μια ιδιαίτερα επικίνδυνη κατάσταση τόσο από βιολογική και περιβαλλοντική, όσο και από οικονομική άποψη.



Οι συγκρίσεις
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα πλαστικά αυξάνονται στην Μεσόγειο με ρυθμό ανάλογο αυτού που συμβαίνει στους μεγάλους ωκεανούς (Ινδικό, Ατλαντικό και Ειρηνικό). Συγκριτικά, στην Μεσόγειο υπάρχουν περισσότερα μεγάλα πλαστικά (μήκους άνω των 20 χιλιοστών) από ό,τι σε άλλους ωκεανούς, αλλά λιγότερα μικροπλαστικά με μήκος κάτω των 2 χιλιοστών. 

Το 83% των πλαστικών της Μεσογείου ανήκει στην κατηγορία των μικροπλαστικών που έχουν μήκος λιγότερο από πέντε χιλιοστά. Είναι ακριβώς αυτά τα πλαστικά που ανησυχούν πιο πολύ τους επιστήμονες, επειδή τρώγονται από τα ψάρια και άλλα θαλάσσια είδη και εισέρχονται στην τροφική αλυσίδα (που καταλήγει και στο στομάχι των ανθρώπων).

Η Μεσόγειος, η οποία έχει έκταση περίπου 2,5 εκατ. τετραγωνικά χιλιόμετρα, καλύπτει κάτω από το 1% της επιφάνειας των θαλασσών παγκοσμίως, αλλά περιέχει το 4% έως 18% (οι εκτιμήσεις διαφέρουν) των συνολικών θαλασσίων ειδών. 

Παράλληλα, χάρη στον τουρισμό, την αλιεία και άλλες δραστηριότητες στηρίζει σημαντικά το εισόδημα πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων (περίπου 100 εκατ. ζουν περιμετρικά της μεσογειακής λεκάνης σε απόσταση 10 χλμ από την ακτή). Η νέα μελέτη δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «PloS ONE». 


ΠΗΓΗ: ΑΠΕ

Lancastria: Το ναυάγιο με τους 6.500 πνιγμένους που έμεινε κρυφό με εντολή του Τσόρτσιλ



Το ρολόι γυρίζει πίσω στις 3:48 το μεσημέρι της 17ης Ιουνίου του 1940. Οι Γερμανοί έχουν κατατροπώσει τη Γαλλία και τα υπολείμματα της BEF, της Βρετανικής Εκστρατευτικής Δύναμης που βρίσκονται ακόμα στη χώρα προσπαθούν με κάθε τρόπο να διαφύγουν και να επιστρέψουν στη Βρετανία.


Στο λιμάνι του Σεν Ναζαίρ, πλοία κάθε τύπου επιβιβάζουν στρατιώτες και άλλο προσωπικό, μεταξύ των οποίων και το επιταγμένο υπερωκεάνειο Lancastria.



Αν και το πλοίο μπορεί να "φορτώσει" μόλις 2.200 επιβάτες και πλήρωμα, η εντολή του Βρετανικού Ναυαρχείου είναι σαφής: "Φορτώστε όσους περισσότερους μπορείτε και αποπλεύσατε άμεσα". 

Μέσα στο χάος της υποχώρησης και τον πανικό του πολέμου, υπό συνεχείς αεροπορικές επιθέσεις, κανείς δεν είναι σίγουρος για το πόσοι ακριβώς επιβιβάστηκαν στο πλοίο, με τις περισσσότερες όμως εκτιμήσεις να συγκλίνουν στον αριθμό των 9.000 ανθρώπων.



Λίγο μετά τον απόπλου, το Lancastria δέχεται τρία πλήγματα από αεροσκάφη Junkers 88. Το τέλος είναι δραματικό: Μέσα σε 20 μόλις λεπτά το πλοίο τουμπάρει και βυθίζεται παρασέρνοντας στον υγρό του τάφο χιλιάδες ανθρώπους.

Περίπου 2.500 διασώθηκαν, με τον αριθμό των πνιγμένων να παραμένει ακόμα και σήμερα άλυτο αίνιγμα. Άλλοι υποστηρίζουν ότι οι νεκροί ήταν περίπου 2.000 χιλιάδες, άλλοι ανεβάζουν τον αριθμό στους 6.500.



Αμέσως μετά την καταστροφή, ο ίδιος ο Ουίνστον Τσόρτσιλ δίνει την εντολή να καλυφθεί η μεγάλη ναυτική τραγωδία, προκειμένου να μην αποθαρρυνθεί ακόμα περισσότερο η βρετανική κοινή γνώμη μετά τις αλλεπάλληλες αποτυχίες της Βρετανίας κατά τα πρώτα στάδια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Πολλοί συγγενείς αγνοουμένων απλά πληροφορούνται ότι ο άνθρωπός τους χάθηκε "κάπου στο μέτωπο". Άλλοι μένουν στο απόλυτο σκοτάδι.

Η "είδηση" εμφανίζεται σχεδόν ένα μήνα αργότερα σε αμερικανικές εφημερίδες, καθώς οι ΗΠΑ την περίοδο εκείνη παρέμεναν τυπικά "ουδέτερες".

Ακόμα και σήμερα όμως τα περισσσότερα έγγραφα που αφορούν στη βύθιση του Lancastria παραμένουν απόρρητα, ενώ αλλεπάλληλα αιτήματα ερευνητών να αποκτήσουν πρόβαση σε αυτά απορρίπτονται για "τεχνικούς λόγους".

Το ναυάγιο του Lancastria παραμένει η μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία της Βρετανίας, με τα θύματα, ακόμα και με τους μετριοπαθείς υπολογισμούς, να ξεπερνούν ακόμα και εκείνα των ναυαγίων του Τιτανικού (1523 πνιγμένοι) και του Λουζιτάνια (1200 πνιγμένοι).

Διαβάστε εδώ και εκεί

Τετάρτη 1 Απριλίου 2015

Βρήκαν στο βυθό αεροσκάφος Helldiver που καταρρίφθηκε το 1944


Ερευνητές εντόπισαν ένα αεροσκάφος τύπου Helldiver, του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ στο βυθό του Παλάου, 71 χρόνια μετά την κατάρριψή του από τους Ιάπωνες, η οποία προκάλεσε το θάνατο του διμελούς πληρώματός του.



Οι επιστήμονες από τοπανεπιστήμιο του Ντελαουέαρ στις ΗΠΑ χρησιμοποίησαν τεχνολογία αιχμής και σάρωσαν το βυθό, εντοπίζοντας πολλά απομεινάρια των σφοδρών μαχών που διεξάχθηκαν στην περιοχή το 1944.



Ένα από αυτά ήταν και το κουφάρι του βομβαρδιστικού Helldiver, το οποίο συμμετείχε στις επιχειρήσεις με την κωδική ονομασία Stalemate II.

Εντοπίστηκαν επίσης ένα Avenger και ένα Hellcat, τα οποία θα ανασυρθούν από το βυθό.




Ανοίγουν τις σπηλιές του Β' Παγκοσμίου και βρίσκουν λείψανα πολεμιστών


Το μικροσκοπικό Πελελιού, στο νησιωτικό σύμπλεγμα του Παλάου στον Ειρηνικό Ωκεανό, ήταν πεδίο σφοδρών μαχών μεταξύ Αμερικανών και Ιαπώνων το 1944 κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, με τους νεκρούς των μαχών να ανέρχονται στους 12.000 περίπου, με τους 2.000 εξ αυτών να είναι Αμερικανοί και οι υπόλοιποι Ιάπωνες.


Μετά από 71 χρόνια και ενόψει της επίσημης επίσκεψης του Ιάπωνα αυτοκράτορα στο Παλάου τον Απρίλιο, η τοπική κυβέρνηση έλαβε την απόφαση να αποσφραγίσει τα σπήλαια στα οποία είχαν οχυρωθεί οι Ιάπωνες, προκειμένου να ανασύρει, εφόσον βρεθούν, τα λείψανα όσων βρίσκονταν σε αυτά.

Καθώς η λυσσαλέα αντίσταση των Ιαπώνων προκαλούσε πολλά θύματα στους Αμερικανούς, εκείνοι αποφάσισαν να λάβουν δραστικά μέτρα εξουδετέρωσης των στρατιωτών του Ανατέλλοντος Ηλίου, καθώς τα φλογοβόλα, οι ευθείες βολές πυροβολικού και οι εκ του συστάδην μάχες δεν έφερναν το επιθυμητό για εκείνους αποτέλεσμα.

Έτσι ξεκίνησαν μια συστηματική υπονόμευση των εισόδων των σπηλαίων με εκρηκτικά, γκρεμίζοντάς τις και θάβοντας ζωντανούς όσους βρίσκονταν ακόμα μέσα σε αυτά. 

Εκτιμάται ότι τουλάχιστον 200 σπήλαια και υπόγεια οχυρωματικά έργα θάφτηκαν κάτω από τόνους χώματος και πέτρας και παρέμειναν ξεχασμένα για δεκαετίες. 

Ήδη, στο πρώτο σπήλαιο στο οποίο ανοίχθηκε η είσοδος, με τη συμβολική μάλιστα συμμετοχή του τοπικού πρωθυπουργού, εντοπίστηκαν έξι σκελετοί Ιαπώνων στρατιωτών, καθώς και μεγάλος αριθμός πυρομαχικών, όπλων και άλλων αντικειμένων της εποχής.Τα λείψανα των έξι ανδρών θα επαναπατριστούν στην Ιαπωνία, προκειμένου να τους αποδοθούν οι δέουσες τιμές.


Από την αυτοψία μάλιστα που πραγματοποίησαν εντεταλμένα όργανα του νησιωτικού κρατιδίου στο σπήλαιο, φαίνεται ότι οι Ιάπωνες δε σκοτώθηκαν όλοι κατά τη διάρκεια των μαχών, αλλά πέθαναν αργότερα από ασιτία και έλλειψη νερού, καθώς τα λείψανά τους βρέθηκαν σε βαθύτερα σημεία του σπηλαίου που δεν επηρέαστηκαν από τις εκρήξεις.  

Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι Ιάπωνες, από τους 10.000 περίπου νεκρούς, οι 2.600 δεν εντοπίστηκαν ποτέ και ενδεχομένως να παραμένουν θαμμένοι στις σπηλιές που ξανανοίγουν μετά από 71 χρόνια.




Ο "άγνωστος" λιμός του 1943 με τα 3 εκατομμύρια θύματα

Μια άγνωστη -τουλάχιστον στη Δύση- τραγωδία τις μαύρες μέρες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ο μεγάλος λιμός της Βεγγάλης το 1943, ο οποίος στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 3 εκατομμύρια ανθρώπους.



Η προέλαση των στρατευμάτων της Ιαπωνίας στη νοτιοανατολική Ασία και η κατάληψη της Μπούρμα (σημερινή Βιρμανία) προκάλεσαν πανικό στους Βρετανούς, οι οποίοι είδαν την αυτοκρατορία τους να καταρρέει.




Υπό το φόβο κατάληψης και της Ινδίας, οι Βρετανοί αποφάσισαν να διακόψουν την αποστολή τροφίμων στις ανατολικές επαρχίες της αχανούς χώρας, μεταξύ των οποίων και στη Βεγγάλη. Η καταστροφή της σοδειάς, σε συνδυασμό με την απόλυτη ανέχεια είχαν ως αποτέλεσμα να προκληθούν εκατόμβες θυμάτων, τα οποία σύμφωνα με υπολογισμούς κυμάνθηκαν μεταξύ 1,5 μέχρι 4 εκατομμύρια, με τις περισσότερες εκτιμήσεις να συγκλίνουν στον αριθμό των 3 εκατομμυρίων νεκρών από το λιμό.



Ο λιμός της Βεγγάλης εμφανίζει αρκετές ομοιότητες με τον αντίστοιχο της Ελλάδας, καθώς εκτός από την αποσάθρωση της τοπικής κυβέρνησης και την ανικανότητα να διαχειριστεί την ανθρωπιστική κρίση, η απόφαση της Βρετανίας να αποκλείσει την περιοχή και να αναστείλει την αποστολή επισιτιστικής βοήθειας, είχε ως αποτέλεσμα τη γιγάντωση των επιπτώσεων του λιμού.

Δυστυχώς για τους άτυχους Ινδούς, οι Σύμμαχοι είχαν άλλες προτεραιότητες, με τον Ουίνστον Τσόρτσιλ να αρνείται κατηγορηματικά τον Αύγουστο του 1943 την αποστολή βοήθειας στους χειμαζόμενους από το λιμό κατοίκους των ανατολικών επαρχιών της Ινδίας. 



Ο ηγέτης της Βρετανίας μάλιστα είχε δηλώσει τότε ότι "ο λιμός των έτσι και αλλιώς συνηθισμένων στην πείνα Ινδών είναι λιγότερο σοβαρός από το λιμό που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες". Έτσι, έστω και λόγω των συνθηκών, άρθηκε ο θαλάσσιος αποκλεισμός της Ελλάδας από το βρετανικό ναυτικό και πλοία του Ερυθρού Σταυρού άρχισαν να φέρνουν προμήθειες στα ελληνικά λιμάνια, οι οποίες βελτίωσαν - έστω και συμβολικά- τις συνθήκες διαβίωσης των Ελλήνων.

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

"O εμφύλιος πόλεμος δεν ήταν αναπόφευκτος", ο καθηγητής Ιστορίας Πολυμέρης Βόγλης μιλάει για το βιβλίο του "Η Αδύνατη Επανάσταση"






Ο αναπληρωτής καθηγητής κοινωνικής ιστορίας στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Πολυμέρης Βόγλης μιλάει για το καινούριο του βιβλίο "Η Αδύνατη Επανάσταση" (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια) προκειμένου να φωτίσει πτυχές της εμφύλιας σύρραξης που τόσο ταλανίζει την ελληνική κοινωνία, είτε σε τοπικό επίπεδο, είτε σε επίπεδο διαπάλης ιδεών και αντιλήψεων ακόμα και σήμερα.


Κατά την πρόσφατη παρουσίαση του βιβλίου σας «Η αδύνατη επανάσταση» αναφερθήκατε, μεταξύ άλλων, σε δύο ζητήματα: α/ «Ο εμφύλιος δεν κηρύσσεται αλλά έρχεται, μέσα από μια σειρά πράξεων και παραλείψεων» και β/ «Η εσωτερική κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα και όχι ο εξωτερικός παράγοντας είναι το αντικείμενο της εν λόγω μελέτης». Με αυτά τα δύο δεδομένα, πόσο εύκολο είναι για έναν ιστορικό να αναλύσει το παρελθόν, γνωρίζοντας παράλληλα τι ακριβώς συνέβη στην εξέλιξη των πραγμάτων σε τοπικό και διεθνές επίπεδο, χωρίς έστω και υποσυνείδητα να επηρεαστεί στην ιστορική του αφήγηση;


Σκοπός μου ήταν να δείξω την συνθετότητα των εξελίξεων, αποφεύγοντας απλουστευτικές προσεγγίσεις. Χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω το διεθνές πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, εστίασα περισσότερο στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις που συμβαίνουν στην Ελλάδα μετά την Απελευθέρωση. 

Ο λόγος για αυτήν την επιλογή είναι ότι τα αίτια του εμφυλίου πολέμου βρίσκονται στις αντιθέσεις που υπήρχαν στην Ελλάδα εκείνη την εποχή, στην αντιπαλότητα μεταξύ Αριστεράς και κυβέρνησης, η οποία από ένα σημείο και μετά έγινε στρατιωτική σύγκρουση. 

Επιπλέον, αυτό που υποστηρίζω είναι ότι ο εμφύλιος πόλεμος δεν ήταν προειλημμένη απόφαση –κανένας από τους δύο αντιπάλους δεν είχε σχεδιάσει τον εμφύλιο πόλεμο. 

Η έκρηξη του εμφυλίου πολέμου ήταν μια διαδικασία, μια διολίσθηση προς τη στρατιωτική σύγκρουση, η οποία διαρκώς κλιμακωνόταν. 

Εκ των υστέρων, μπορεί κανείς να λέει ότι εάν δεν είχε γίνει το α ή το β, ενδεχομένως να είχε αποφευχθεί ο Εμφύλιος. 

Όντως, ο εμφύλιος πόλεμος δεν ήταν αναπόφευκτος. Η πρόκληση για τον ιστορικό είναι να εξετάσει γιατί, τελικά, τα πράγματα έγιναν με αυτόν τον τρόπο, γιατί άλλες πιθανές λύσεις δεν ευοδώθηκαν. 

Πρόκληση δύσκολη, γιατί ο ιστορικός είναι «τέκνο» μιας συγκεκριμένης κάθε φορά εποχής και ο ίδιος έχει πολιτική άποψη. Ο ιστορικός δεν μπορεί να είναι αντικειμενικός, αυτό που μπορεί να κάνει είναι να επιχειρεί μια όσο γίνεται πιο ολοκληρωμένη και πιο συνθετική προσέγγιση.  


Ο Πολυμέρης Βόγλης μιλάει για το βιβλίο του "Η αδύνατη επανάσταση" στο βιβλιοπωλείο "Πλειάδες"



Η διάκριση των αστικών κέντρων (κυρίως Αθήνας και δευτερευόντως της Θεσσαλονίκης) και της περιφέρειας (επαρχίες, ορεινά χωριά κ.λπ.) είναι εμφανής, σε ό,τι αφορά στον Εμφύλιο. Τι ρόλο έπαιξε αυτή η διάκριση στην ευρύτερη εξέλιξή του; 


Ο Εμφύλιος ξεκίνησε και τελείωσε ως ένας πόλεμος της υπαίθρου. Η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη έμειναν μακριά από τον πόλεμο, ενώ οι περισσότερες επαρχιακές πόλεις έζησαν απλά τον απόηχο του πολέμου. Λίγες μεγάλες επαρχιακές πόλεις, όπως η Καρδίτσα, η Νάουσα ή το Καρπενήσι μεταξύ άλλων, μετατράπηκαν σε πεδία πολέμου. 

Η κυβέρνηση σε όλη τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου διατήρησε τον έλεγχο των πόλεων, εξαναγκάζοντας τον Δημοκρατικό Στρατό να κινείται μόνο σε ορεινές περιοχές, οι οποίες δεν διέθεταν πολύ πληθυσμό και οικονομικά ήταν φτωχές. 

Ο Δημοκρατικός Στρατός δεν μπόρεσε να ενισχύσει τα ερείσματά του στις πόλεις και να κινητοποιήσει τον πληθυσμό και, με αυτόν τον τρόπο, να προσδώσει δυναμική στην επανάσταση. 

Από το 1947 είχε προσανατολίσει τις δυνάμεις του στην υπεράσπιση ενός θύλακα στη βορειοδυτική Ελλάδα και δεν κατόρθωσε να διαμορφώσει μια πλειοψηφική δυναμική στην ελληνική κοινωνία.  

 

Η καθημερινότητα ενός πολίτη της εποχής, σε αστικό κέντρο ή στην περιφέρεια, πόσο διαφορετική ήταν; (π.χ. κυνήγι επιβίωσης, εκκένωση χωριών, διατροφή κ.λπ.)


Η ζωή ήταν δύσκολη τόσο στις πόλεις όσο και στα χωριά αλλά οι κίνδυνοι ήταν διαφορετικοί. Στις μεγάλες πόλεις, αυτοί που βρέθηκαν στο στόχαστρο ήταν οι αριστεροί, οι οποίοι ζούσαν με τον κίνδυνο της κατάδοσης, της σύλληψης, των βασανιστηρίων, της φυλακής, κλπ. 

Στα χωριά, η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική και από αρκετές απόψεις πολύ χειρότερη. Στην αρχή του εμφυλίου πολέμου, οι κάτοικοι των περισσότερων χωριών ήταν εκτεθειμένοι στις πιέσεις κυρίως της χωροφυλακής και των παραστρατιωτικών που είχαν εξαπολύσει ένα κύμα βίας στην ύπαιθρο. 

Στη συνέχεια, τα ορεινά χωριά βρέθηκαν αποκλεισμένα από τη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί δραματικά η καθημερινή ζωή τους. 

Όταν ο πόλεμος κλιμακώθηκε, πολλοί υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και να γίνουν εσωτερικοί πρόσφυγες, ενώ παράλληλα εντάθηκαν και οι πιέσεις που ασκούσε ο Δημοκρατικός Στρατός, κυρίως με τη βίαιη στρατολογία. 

Στην ουσία, ο κοινωνικός ιστός των ορεινών κοινοτήτων διερράγη βίαια στα χρόνια του Εμφυλίου, και σε μεγάλο βαθμό ποτέ δεν αποκαταστάθηκε. Εννοώ ότι το μεγάλο ρεύμα της εσωτερικής μετανάστευσης που παρατηρούμε στη μεταπολεμική Ελλάδα έχει τις ρίζες του στον Εμφύλιο. 




Πόσο ορθοί -από ιστορικής πλευράς- είναι οι παραλληλισμοί του «τότε» με το «τώρα»; Πέρα από τα προφανή διδάγματα, χωρίς ιδεολογικές παρωπίδες, μπορούμε πράγματι να θεωρήσουμε, όπως κάνουν αρκετοί, ότι υπάρχουν ομοιότητες του παρελθόντος με το παρόν, οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν ως «προπομποί» μια παρόμοιας κατάστασης;


Οι ιστορικοί είναι πολύ επιφυλακτικοί με τις αναλογίες μεταξύ παρελθόντος και παρόντος. Αυτό συμβαίνει γιατί το παρελθόν αυτό καθ’ εαυτό είναι ανεπανάληπτο. Αντίθετα με ότι πιστεύουν πολλοί, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. 

Ωστόσο, η γνώση του παρελθόντος είναι χρήσιμη και απαραίτητη, γιατί μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να κατανοήσουμε τι συνέβη στο παρελθόν ή να εξηγήσουμε στάσεις και συμπεριφορές στο παρόν.



Η Ιστορία δε γράφεται με τα «αν», αλλά θα μπω στον πειρασμό να σας ρωτήσω: Παρά το ότι η μελέτη σας επικεντρώνει στα «εσωτερικά», πόσο «δεδομένη» θεωρείτε ότι ήταν η επικράτηση του «κράτους» έναντι των «ανταρτών», χωρίς να έχει υπάρξει τόσο μεγάλη βοήθεια αρχικά από την Αγγλία και κυρίως από τις ΗΠΑ σε υλικό και τεχνογνωσία;


Η βρετανική και η αμερικανική βοήθεια προς την κυβέρνηση ήταν πολύ σημαντική για την έκβαση του εμφυλίου πολέμου, ιδιαίτερα εάν τη συγκρίνει κανείς με τη βοήθεια που έλαβαν οι αντάρτες από τις σοσιαλιστικές χώρες. 

Είναι πολύ δύσκολο να υποθέσει κανείς τι θα συνέβαινε εάν η κυβέρνηση δεν είχε εξασφαλίσει αυτή τη βοήθεια.

Ενδεχομένως να επιζητούσε έναν συμβιβασμό με την Αριστερά, αλλά και πάλι κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει το περιεχόμενο και τις πιθανότητες επιτυχίας του συμβιβασμού. 




Αν θα έπρεπε να βγάλετε ένα δίδαγμα από τη μελέτη της Ιστορίας, ποιο θα ήταν αυτό;


Μελετώ την ιστορία για να σκεφτώ, να εξηγήσω και να κατανοήσω πώς δρούσαν οι άνθρωποι στο παρελθόν. Από εκεί και πέρα, τα ερωτήματα που θέτω στο παρελθόν, προφανώς σχετίζονται με έγνοιες και προβλήματα του παρόντος. 

Πάντως, ένα κάτι «κρατώ» από τη μελέτη του εμφυλίου πολέμου είναι η διαλυτική επίδραση της βίας στην κοινωνία. 

Η βία στις ποικίλες εκδοχές της, δηλαδή η ένοπλη, η οικονομική, η ψυχολογική βία που ασκήθηκε εκείνη την εποχή, διαίρεσε βαθειά την ελληνική κοινωνία και άφησε σε πάρα πολλούς ανθρώπους εκείνης της εποχής ένα ανεπούλωτο τραύμα.  



Πόσο εύκολο είναι να καταρριφθούν στερεότυπα δεκαετιών, ιδεολογικές αγκυλώσεις και εν τέλει η αίσθηση ότι η Ιστορία «γράφεται από τους εκάστοτε νικητές»; Πόσο εύκολο είναι το έργο του ιστορικού και πως εξηγείτε το ενδιαφέρον των απλών πολιτών, χωρίς σπουδές Ιστορίας, που φαίνεται ότι έχει αναζωπυρωθεί τα τελευταία 15-20 χρόνια;


Τα στερεότυπα και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις οφείλονται στη διαίρεση και το τραύμα που προκάλεσε ο Εμφύλιος. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Εμφύλιος, κατά μια έννοια, συνεχίστηκε και μετά το τέλος των εχθροπραξιών τον Αύγουστο του 1949. 

Οι δεκάδες χιλιάδες πολιτικοί πρόσφυγες στην Ανατολική Ευρώπη, οι διακρίσεις και οι διώξεις κατά της Αριστεράς μετεμφυλιακά, η στρατιωτική δικτατορία διαιώνισαν τη διαίρεση μεταξύ «νικητών» και «ηττημένων». 

Από την άλλη πλευρά, η χρονική απόσταση των εβδομήντα και πλέον ετών που μας χωρίζει από τα γεγονότα, όπως και το γεγονός ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που βίωσαν τον Εμφύλιο δεν ζουν πλέον, μας επιτρέπουν μια νέα ματιά, μια πιο αποστασιοποιημένη προσέγγιση στη δεκαετία του 1940. 

Η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος έχει να κάνει με  τη σημασία εκείνης της δεκαετίας για την ελληνική ιστορία συνολικά αλλά και με την ανάγκη των σημερινών Ελλήνων να κατανοήσουν τις ιδεολογικές δεσμεύσεις και τη συναισθηματική φόρτιση που γέννησε ο Εμφύλιος στις προηγούμενες γενιές.   


Η αδύνατη επανάσταση - Η κοινωνική δυναμική του εμφυλίου πολέμου

Πολυμέρης Βόγλης
Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2014
424 σελ.
ISBN 978-960-221-576-0 
 
 
 
Ο Πολυμέρης Βόγλης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο. Είναι αναπληρωτής καθηγητής κοινωνικής ιστορίας στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
 
Βιβλιογραφία
(2014) Η αδύνατη επανάσταση, Αλεξάνδρεια
(2010) Η ελληνική κοινωνία στην Κατοχή 1941-1944, Αλεξάνδρεια
(2004) Η εμπειρία της φυλακής και της εξορίας, Αλεξάνδρεια
 
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2013) Ελληνικά παράδοξα, Αλεξάνδρεια
(2011) Δικτατορία 1967-1974, Μορφωτικό Ίδρυμα Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας - Θράκης
(2010) Ο Εμφύλιος Πόλεμος 1946-1949, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη
(2009) Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα, Βιβλιόραμα
(2009) Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα, Βιβλιόραμα
(2009) Τόποι εξορίας, Αλεξάνδρεια
(2008) Μνήμες και λήθη του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, Επίκεντρο
(2007) Ιστορία και πολιτική στο έργο του Παντελή Βούλγαρη, Εκδόσεις Παπαζήση
(2006) Ο πειρασμός της αυτοκρατορίας, Μεταίχμιο [κείμενα, επιμέλεια]
(2003) Μετά τον πόλεμο, Αλεξάνδρεια
(2000) Ιστορικό τοπίο και ιστορική μνήμη: το παράδειγμα της Μακρονήσου, Φιλίστωρ
 
Λοιποί τίτλοι
(2012) Συλλογικό έργο, Η εποχή των ρήξεων, Επίκεντρο [επιμέλεια]