Ρεπορτάζ της Λενδιάννας Αλατίνη που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή 4 Απριλίου 2008 στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ
ΦΩΤΟ: Χρήστος Κισσατζεκιάν
Ξεχασμένα σήμερα το Ρούπελ και η Ιστορία που έγραψαν οι ήρωές του στο Β’Παγκόσμιο Πόλεμο
Υστερα από αρκετές ώρες ανασκαφών άρχισαν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια. Καθώς προχωρούσαμε βρήκαμε υπολείμματα από ένα άρβυλο και λίγο πιο μετά ένα μηριαίο οστούν. Ημουν πλέον σίγουρος ότι εδώ ήταν αυτό που ψάχναμε. Συνεχίσαμε κατεβαίνοντας πιο βαθιά, βρίσκοντας διάφορα οστά, τα οποία αντιστοιχούσαν σε δύο ανθρώπους. Δεν βρέθηκε κρανίο παρά μόνο η κάτω σιαγόνα ενός με πέντε δόντια.
«Δυστυχώς η σημερινή γενιά αγνοεί την ιστορία της 6ης Απριλίου 1941, τότε που 180 εκατομμύρια πολεμούσαν τα 8 των Ελλήνων» του Ρούπελ». Ετσι έζησε την αναζήτηση μερικών από τους ανθρώπους που πολέμησαν στο οχυρό Ρούπελ, στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, ο ταγματάρχης κ. Ηλίας Κοτρίδης.
Εχοντας διοικήσει το Ρούπελ κατά τα έτη 1993-1997 και νιώθοντας υπερήφανος για την ιστορία της μάχης του οχυρού, ήρθε σε επαφή με ζώντες πολεμιστές και μέσα από τις αφηγήσεις τους κατάφερε να εντοπίσει την ακριβή θέση της πυροβολαρχίας Κρακόρ, ενός από τα πυροβόλα της καθώς και τα διασκορπισμένα οστά 4-5 πολεμιστών.
Ολα ξεκίνησαν από μια πληροφορία ενός κατοίκου, ότι μέσα σε μια χαράδρα βρισκόταν ένα «κανόνι». Επειτα από έρευνες ημερών ο κ. Κοτρίδης κατάφερε να βρει ένα κατεστραμμέ-νο πυροβόλο, το οποίο σήμερα είναι τοποθετημένο μπροστά από το μνημείο του Ρούπελ.
«Η ανέρευση του πυροβόλου μ’ έκανε να ασχοληθώ ακόμα περισσότερο με την ιστορία του οχυρού. Στις 10 Απριλίου 2001, μετά από πολλές μελέτες και έρευνες, εντόπισα την ακριβή θέση της πυροβολαρχίας καθώς και τα κτίσματα μέσα στα οποία βρίσκονταν τα πυροβόλα. Το ανέφερα στη νέα Διοίκηση του 68 ΣΠ και με τη βοήθεια του Δήμου Σιδηροκάστρου, που μας διέθεσε σκαπτικό μηχάνημα, ξεκινήσαμε τις ανασκαφές».
Οι εργασίες εκσκαφής συνεχίστηκαν μέχρι τον Ιούνιο εντός ενός τούνελ που οδηγούσε στο οχυρό. «Οσο πέρναγε ο καιρός ασχολούμουν όλο και πιο εντατικά με την έρευνα. Είχα βρει ήδη κάποια οστά και προσωπικά αντικείμενα των στρατιωτών που σκοτώθηκαν εκεί. Αυτό μ’ έκανε να συνεχίσω την έρευνα με περισσότερο ζήλο. Ηξερα ότι κάτι θα έβρισκα. Ευτυχώς το ένστικτό μου με δικαίωσε».
Πού βρίσκονται όμως σήμερα όλα αυτά τα ευρήματα; Ποιοι ήταν οι ήρωες που βρέθηκαν μετά από τόσα χρόνια; Οσον αφορά τα προσωπικά αντικείμενα αυτών των ανθρώπων είναι όλα στο μουσείο του Ρούπελ. Τα οστά πάλι έχουν ενταφιαστεί στο στρατιωτικό νεκροταφείο Σιδηροκάστρου, χωρίς όμως να έχει πραγματοποιηθεί έως σήμερα έλεγχος DNA.
Η επέτειος
Μια επέτειος που πρέπει να γνωρίζει ο ελληνικός λαός είναι της 6ης Απριλίου, όταν λιγοστές ελληνικές δυνάμεις αποφάσισαν να υπερασπιστούν τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα απέναντι στη γερμανική λαίλαπα.
Ανάμεσα λοιπόν στο πλήθος των εθνικών μας επετείων μπορεί να έχει εξέχουσα θέση η 25η Μαρτίου για την απόκτηση της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας της χώρας και η 28η Οκτωβρίου που συμβολίζει τους υπέρτατους αγώνες στους οποίους αποδύθηκε η νεότερη Ελλάδα για να κρατήσει αυτή την ελευθερία, αλλά δεν θα πρέπει να λησμονηθεί και αυτή η ημερομηνία.
«Δυστυχώς η σημερινή γενιά αγνοεί την ιστορία της 6ης Απριλίου 1941, τότε που 180 εκατομμύρια πολεμούσαν τα 8 των Ελλήνων», λέει ο κ. Κοτρίδης και συνεχίζει:
«Hθελα μέσα από τις έρευνες και ανασκαφές στους χώρους του οχυρού αλλά και τη συγγραφή του βιβλίου μου “Ρούπελ-Αναμνήσεις των πρωταγωνιστών” να κάνω γνωστή την ανδρεία, τον ηρωισμό και τη θυσία αυτών των ανθρώπων.
Η ομολογία άλλωστε αυτού που κατέκτησε όλη την Ευρώπη ότι “…απ’ όλους τους αντιπάλους μας ο Ελληνας στρατιώτης στο Ρούπελ πολέμησε με απαράμιλλο θάρρος και μέγιστη περιφρόνηση προς το θάνατο…” επιβεβαιώνει την αξία αυτών των ανθρώπων και της συγκεκριμένης επετείου».
(Το βιβλίο «Ρούπελ-Αναμνήσεις των πρωταγωνιστών» μπορείτε να το βρείτε στα τηλέφωνα 2321964916 – 6944148026)
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ»…
Ο ταγματάρχης κ. Ηλίας Κοτρίδης λέει: «Είχα την τιμή να υπηρετήσω το ηρωικό οχυρό. Μου δόθηκε η ευκαιρία να το γνωρίσω από κοντά και να μελετήσω την ιστορία του μέσα από διάφορα αναγνώσματα αλλά και από τις αναμνήσεις που μου μετέφεραν εκδρομείς. Δε ν θα ξεχάσω ποτέ ένα περιστατικό που πάντα με συγκινεί.
Το Μάιο του 1995 ήρθε στο Ρούπελ ένα άτομο με ειδικές ανάγκες. Αφού άκουσε προσεκτικά την ενημέρωση σχετικά με την ιστορία της περιοχής, με πλησίασε και μου ζήτησε να τον πάω στο ύψωμα “Μολών Λαβέ”.
Oταν φτάσαμε, μας ζήτησε να τον κατεβάσουμε από το αναπηρικό καροτσάκ ι. Κάθισε στ ο χώμα, έσκυψε, το φίλησε και άρχισε να κλαίει.
Μέσα από το κλάμα του αναφώνησε “Δεν πειράζει”. Είχα σαστίσει. Χίλιες σκέψεις πέρασαν από το μυαλό μου. Ξαφνικά με κοίταξε κατάματα και μου είπε δείχνοντας με το χέρι του ένα γκρεμισμένο κτίριο. “Εκεί άφησα και τα δυο μου πόδια. Αλλά δεν πειράζει. Τα έδωσα για την πατρίδα. Xαλάλι της”.
Μέχρι και σήμερα στα αφτιά μου αντηχούν αυτές οι λέξεις. Λέξεις που πραγματικά σε κάνουν να νιώθεις περήφανος που είσαι Ελληνας».
Οι αριθμοί:
2 χιλιόμετρα από την ελληνοβουλγαρική μεθόριο, στα δυτικά πρανή του όρους Aγκιστρο
2 χιλιόμετρα από την ελληνοβουλγαρική μεθόριο, στα δυτικά πρανή του όρους Aγκιστρο
111.540.000 το κόστος κατασκευής σε δραχμές, σε τιμές του 1939
123 επιφανειακά έργα
1.849 μέτρα υπογείων συγκροτημάτων, καταφυγίων και αποθηκών
4.251 μέτρα στοών συγκοινωνίας/
74 χιλιόμετρα μήκος εξωτερικών υδραγωγείων
14.500 μέτρα εσωτερικών
27 αξιωματικοί και 950 οπλίτες πολέμησαν
«Στον πόλεμο όποιος φοβάται πεθαίνει πρώτος»
Μιλάει ο 90χρονος κ. Σάββας Πολίτης, ένας από τους επιζήσαντες ήρωες του Ρούπελ «Στις 20 Οκτωβρίου 1939 κατατάχθηκα κληρωτός στο Σύνταγμα Σκαπανέων. Εκπαιδεύτηκα σε αυτό και με ρίξανε στη Διμοιρία Προβολέων.
Στις 23 Απριλίου 1940 μας ανακοίνωσαν ότι αργά το βράδυ θα φεύγαμε με τελικό προορισμό τις Σέρρες. Από εκεί πήγαμε με τα πόδια στο Μπέλλες, στο Λόχο Πετριτσίου και σ τη συνέχεια πάλι με τα πόδια στο Σιδηρόκαστρο.
Μόλις φτάσαμε εκεί, αφού μας μοιράσανε ανά 7 στα οχυρά, ο φρούραρχος μας έβαλε όλους φυλακή γιατί λέει… αργήσαμε. Ενα βράδυ, δεν προχωρούσαμε ποτέ ημέρα, ήρθαν δυο συνάδελφοι και μας πήραν.
Ξεκινήσαμε πάλι με τα πόδια, αυτή τη φορά πηγαίναμε στο Ρούπελ. Τον Αύγουστο του 1940 μας ζήτησαν να κάνουμε μια άσκηση, μέσα στο Ρούπελ, για να δούνε την ετοιμότητα των οχυρών. Μείναμε εκεί μέσα αποκλεισμένοι 15 ολόκληρες μέρες. Οταν μας έβγαλαν έξω ήμασταν άρρωστοι από την υγρασία και την κλεισούρα.
Ηταν πέντε το πρωί στις 6 Απριλίου 1941 όταν ακούσαμε πυροβολισμούς και κανονιές. Αμέσως σήμανε συναγερμός.
Ανεβήκαμε πάνω στο έργο, στο κέντρο της Ουσίτας. Πήραμε από ένα μάλινχερ και αρχίσαμε να χτυπάμε τους Γερμανούς. Εν τω μεταξύ οι Γερμανοί μας χτυπούσαν με όλες τους τις δυνάμεις.
Με την αεροπορία, με τα άρματα μάχης, με το πεζικό. Μόλις φθάσανε στα πρώτα σύρματα τα κόψανε με μια ψαλίδα. Τους αφήσαμε, δεν ρίξαμε. Προχωρήσανε στη δεύτερη σειρά. Κάναμε το ίδιο.
Οταν έφτασαν στην τρίτη σειρά, δεν πρόλαβαν να κάνουν τίποτα. Τους κατατροπώσαμε. Γέμισε ο τόπος πτώματα. Εγώ ήμουν σ το έργο με τον προβολέα των 90 εκατ. (τον χρησιμοποιούσαμε για να τυφλώνουμε με το φως τον εχθρό). Οι επιδρομές των στούκας ήταν αδιάκοπες.
Ξαφνικά ήρθε ένα τεράστιο βλήμα και έσπασε τον προβολέα. Τα τσιμέντα ανοίξανε από τα αέρια. Ευτυχώς προλάβαμε και φύγαμε.
Την επόμενη μέρα το Πεζικό και η Αεροπορία συνέχιζαν να μας χτυπούν. Εστειλαν και αλεξιπτωτιστές, οι οποίοι έριχναν σακουλάκια με φώσφορο και έψαχναν να βρουν τα πυροβόλα μας. Εριξαν πάνω από 40 βόμβες προσπαθώντας να καταστρέψουν τα κανόνια μας.
«Eτσι σκότωσα έναν ελεύθερο σκοπευτή. Μας είχε ρημάξει, αν δεν το έκανα, κάποια στιγμή θα με σκότωνε»
Η 41η βρήκε την πυροβολαρχία μας και τους τίναξε όλους στον αέρα. Την τρίτη ημέρα από τα αέρια των βλημάτων έβρεχε κοκκινόχωμα.
Οι Γερμανοί δεν σταμάταγαν λεπτό να μας βομβαρδίζουν. Εκείνη τη μέρα σώθηκα ως διά μαγείας. Ημουν στο έργο μου όταν άκουσα θόρυβο από βόμβες. Νόμιζα ότι είχαν σπάσει τα αντιαρματικά κωλύματα και βγήκα έξω για να δω.
Μια, δυο, έσκασε μια βόμβα δίπλα μου, δεν φαντάζεσαι έναν τεράστιο λάκκο που άνοιξε. Αμέσως ήρθαν οι συνάδελφοι και μου έφεραν ένα μάλινχερ για να χτυπήσουμε τους Γερμανούς. Ακόμα και σήμερα που είμαι 90 χρονών κάνω το σταυρό μου που δεν έπαθα τίποτα.
Ηταν βλακεία μου να βγω μόνος και ακάλυπτος εκεί έξω, αλλά εκείνη την ώρα δεν σκέφτεσαι τίποτα. Στον πόλεμο όποιος φοβάται πεθαίνει πρώτος. Σκοτώνεις τον άλλον για να μη σε σκοτώσει εκείνος. Ετσι σκότωσα έναν ελεύθερο σκοπευτή. Μας είχε ρημάξει, αν δεν το έκανα, κάποια στιγμή θα με σκότωνε.
Την τέταρτη μέρα το πρωί ήρθαν οι Γερμανοί για τη συνθηκολόγηση. Ο Δουράτσος δεν το πίστευε. Τηλεφώνησε στη μεραρχία στο Σιδηρόκαστρο και του το επιβεβαίωσαν. Τους ζήτησαν να παραδώσει το οχυρό.
Χτύπησε η σάλπιγγα, “παύσατε πυρ”. Μαζευτήκαμε καθένας στο λόχο του και πήγαμε μόνοι μας πρώτα στο Σιδηρόκαστρο και μετά στο στρατόπεδο στις Σέρρες. Οι Γερμανοί στρατιώτες δεν μας πείραξαν, μας σεβάστηκαν».