Η
αρχαία ελληνική τέχνη φαίνεται ότι είχε αποτελέσει την έμπνευση για το θαμμένο
«στρατό» των 8.000 χιλιάδων Κινέζων πολεμιστών, των αγαλμάτων από πηλό σε
φυσικό μέγεθος, που βρέθηκαν κοντά στο μαυσωλείο του πρώτου αυτοκράτορα της
ασιατικής χώρας Κιν Σι Χουανγκντί.
Σε
αυτό το συμπέρασμα κατέληξε ο καθηγητής Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του
πανεπιστημίου του Λονδίνου Λούκας Νίκελ, μελετώντας άγνωστα μέχρι στιγμής αρχεία
που αποκαλύπτουν την επίδραση της γλυπτικής των αρχαίων Ελλήνων στον πολιτισμό
των Κινέζων. Ο αυτοκράτορας Χουανγκντί θεωρείται ως ο πρώτος ηγεμόνας που
κατάφερε να συνενώσει τα διάφορα βασίλεια της αχανούς ασιατικής χώρας και η
θέση του στην ιστορία της Κίνας εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα σημαντική.
«Είναι εξαιρετικά πιθανό τα πήλινα αγάλματα του πρώτου αυτοκράτορα να είναι το
αποτέλεσμα επαφής μεταξύ δύο μεγάλων πολιτισμών, του ελληνικού με τον
κινέζικο», ανέφερε στη δημοσίευσή του στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση
«Δελτίο της Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών» που εκδίδουν οι
πανεπιστημιακές εκδόσεις του Κέμπριτζ.
Ο
καθηγητής Νίκελ βασίστηκε σε πρόσφατα μεταφρασμένα αρχεία που αφηγούνται την
ιστορία των γιγάντιων αγαλμάτων που πρωτοεμφανίστηκαν στη Δύση και που
ενέπνευσαν τον αυτοκράτορα να δώσει την εντολή να κατασκευαστούν αντίστοιχου
μεγέθους για την Αυλή του παλατιού του. Ο Χουανγκντί, σύμφωνα με τα αρχεία, εκτός
από τα 12 αγάλματα του παλατιού του, διέταξε τους τεχνίτες του να ξεκινήσουν το
μεγαλεπήβολο σχέδιο κατασκευής χιλιάδων αγαλμάτων, για να τον συνοδεύσουν στην
τελευταία του κατοικία, αν και πριν από εκείνον όχι μόνο δε συνηθιζόταν η
κατασκευή αγαλμάτων σε φυσικό μέγεθος, αλλά πολύ περισσότερο θεωρούνταν και
απαγορευμένη.
Ο καθηγητής υποστηρίζει ότι βασίλεια και πόλεις-κράτη που
δημιουργήθηκαν κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία μετέδωσαν
την αρχαιοελληνική γλυπτική τεχνοτροπία και στους Κινέζους, παραθέτοντας
σχετικό χωρίο από την ιστορία του ιστορικού Γιάν Σιγκού που έζησε 1400 χρόνια
πριν από την εποχή μας: «Γιγάντια αγάλματα ύψους 11,5 μέτρων περίπου, ντυμένα
με χιτώνες εμφανίστηκαν στη Δύση», ενώ άλλος χρονικογράφος, ο Μπαν Γκού, ο
οποίος έζησε περίπου 2.000 χρόνια πριν από εμάς ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «ο
αυτοκράτορας αγνόησε τη θεϊκή εντολή να αποφεύγεται η μίμηση ξένων προτύπων»,
εννοώντας ξεκάθαρα τα αγάλματα.
Οι
ομοιότητες των αγαλμάτων, εκτός από το φυσικό μέγεθος και τα χαρακτηριστικά των
προσώπων και των ενδυμασιών, είναι πολλές, αναφέρει ο καθηγητής Νίκελ: «Βλέπουμε
μια πιστή αποτύπωση των μυών και των οστών των Κινέζων πολεμιστών, ακριβώς ίδια
με εκείνη που παρατηρούμε στα αντίστοιχα γλυπτά και αγάλματα της ελληνιστικής
περιόδου. Δεδομένου ότι οι αρχαίοι Έλληνες πέρασαν από πολλές φάσεις
τελειοποίησης της απεικόνισης του ανθρώπινου σώματος, είναι προφανές ότι οι
Κινέζοι δεν το σκέφτηκαν από μόνοι τους σε μια μέρα, αλλά χρησιμοποίησαν ως
πρότυπα τα ελληνικής επίδρασης αγάλματα που κοσμούσαν κάθε γωνιά της
αυτοκρατορίας του Αλέξανδρου, αλλά και τα βασίλεια που τη διαδέχθηκαν».
Το μυστήριο της εξαφάνισης
Αυτό
που μένει να απαντηθεί είναι ο λόγος για τον οποίο μετά το θάνατο του πρώτου
αυτοκράτορα, η τεχνοτροπία δημιουργίας ανθρωπόμορφων αγαλμάτων εξαφανίστηκε. Ο
καθηγητής Νίκελ θεωρεί ότι οι διάδοχοι του Χουανγκντί, επέστρεψαν στην
«παραδοσιακή» κινεζική φόρμα της μινιατούρας, θέλοντας να εξαφανίσουν την
κληρονομιά του πρώτου αυτοκράτορα, ενώ είναι επίσης πιθανό οι γνώστες της
τεχνοτροπίας, γλύπτες και καλλιτέχνες, είτε έπεσαν σε δυσμένεια, είτε απλά πέθαναν
χωρίς να μεταλαμπαδεύσουν τις γνώσεις τους στις επόμενες γενιές. «Η πρώιμη
ιστορία της Κίνας δεν είχε τη γλυπτική σε μεγάλη υπόληψη. Τα αγάλματα σε φυσικό
μέγεθος πρέπει να φαίνονταν στους Κινέζους ως τελείως ξένα προς τα έθιμά τους.
Έτσι, μετά το θάνατο του αυτοκράτορα Χουανγκντί, η όλη ιστορία πέρασε στη λήθη
και μόνο η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε και πάλι στο φως αυτή την ξεχασμένη
ιστορία, μαζί με τις μαρτυρίες που εντοπίσαμε στα αρχαία έγγραφα».
Ο πήλινος στρατός του αυτοκράτορα
Μια
από τις μεγαλύτερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 20ου αιώνα, ο
πήλινος στρατός του αυτοκράτορα εντοπίστηκε τυχαία από αγρότες το 1974.
Τουλάχιστον 8.000 στρατιώτες, πλαισιωμένοι από 130 άρματα, 520 άλογα και 150
ιππείς, όλα σε φυσικό μέγεθος και το καθένα από αυτά με διαφορετική μορφή έχουν
ανασκαφεί μέχρι στιγμής, ενώ η σκαπάνη συνεχίζει να φέρνει στο φως ευρήματα
σπάνιας αισθητικής. Τα αγάλματα τάφηκαν σε κοντινή απόσταση από το μαυσωλείο
του Χουανγκντί το 210 π.Χ., ενώ ανάμεσα στις πιο πρόσφατες ανακαλύψεις, υπάρχουν
ακροβάτες, πτηνά και μουσικοί, οι οποίοι είχαν το «καθήκον» να διασκεδάζουν τον
αυτοκράτορα στη μετά θάνατον ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
WW2 Wrecks welcomes and encourages readers to comment and engage in respectful conversation about the content posted here.
We value thoughtful, polite and concise comments that reflect a variety of views.